ξυλάνη

ξυλάνη
η
(βιοχ.) πολυσακχαρίτης τού οποίου κυριότερη δομική υπομονάδα είναι ο μονοσακχαρίτης ξυλόξη και που αποτελεί συστατικό τής ημικυτταρίνης και απαντά σε πολλούς φυτικούς οργανισμούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. xylan (< ξύλο)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ξυλόζη — η χημ. αλδοπεντόζη τής οποίας η δεξιόστροφη εναντιόμορφη μορφή D ξυλόζη είναι ευρύτατα διαδεδομένη στα φυτά, ιδιαίτερα στους ξυλώδεις ιστούς, και η οποία απαντά κυρίως υπό την πολυμερισμένη μορφή της, την ξυλάνη. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”